Νυξ
Μια θημωνιά βρεμένα φρύγανα η ψυχή μου
Πιο δίπλα μου ο Πέτρος σιωπηλός να κλαίει
κι η δρόσος του Αερμών
την ύπαρξή μου όλη να παγώνει.
Τι να ζεστάνει τούτη η ανθρακιά;
μονάχα μες στο βλέμμα αντιφεγγίζει
κρατώντας με το κρώξιμο των ξύλων που πεθαίνουν
ίσο στον πετεινό που τρεις φορές λαλάει
όσες σ αρνήθηκα απ το φόβο μιας παιδίσκης.
Αλεξανδρεύς